Πώς πίστεψα στον Χριστό.

Από τα αρχικά χρόνια λοιπόν προβληματισμένης σκέψης μιλούσα και έγραφα για τον Δημιουργό. Προσπαθούσα να έλθω σε επαφή μαζί Του. Και ήξερα ότι δεν μπορούσα να Τον "βρω" μέσω νόησης. Πάντα καταλάβαινα ότι έπρεπε να είναι άπειρος και απλησίαστος διά των πενιχρών διανοητικών μέσων του ανθρώπου.
Ταυτόχρονα πίστευα πάντα σε αιώνια ζωή και θεωρούσα ότι ο θάνατος είναι μια απλή μετάβαση. "Το φως στο φως και το σκοτάδι στο σκοτάδι μετά" έλεγα.
Το ζήτημα του Θεού-Δημιουργού με απασχολούσε πάντα λοιπόν καταλαβαίνοντας ότι μόνο Αυτός είναι η απάντηση στο αληθινό νόημα αυτής της πρόσκαιρης φυσικής ζωής.
Το 1994 στα 19 μου είχα ένα σοβαρότατο δυστύχημα κατά το οποίο έσπασα σπονδυλική στήλη στους Θ3 και Θ4 σπονδύλους, αυχένα στον Α5, τρύπα στο κρανίο παρά την προστασία του κράνους, σπασμένα πλευρά, λυωμένο δεξί χέρι και πνευμοθώρακα, δηλαδή δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Ένα αμάξι ξημερώματα της 27/10/94 είχε μπει στο δικό μου ρεύμα στη μεσαία λωρίδα όπως κινούμουν από Χίλτον προς Σύνταγμα και με χτύπησε διαγωνιομετωπικά με 137 χλμ. την ώρα ενώ εγώ πήγαινε με 55 χλμ/ωρα.
Ήταν μάλλον συνεπαγόμενο ότι θα πέθαινα από ασφυξία ή ότι στην καλύτερη θα έμενα ανάπηρος.
Όχι μόνον κάτι τέτοιο δεν έγινε, αλλά, εφόσον ξεπέρασα στην εντατική το αναπνευστικό πρόβλημα, είχα θεαματική ανάρρωση κυρίως μετά το χειρουργείο σπονδυλοθεσίας προς σάστισμα των γιατρών.
Ήμουν σπίτι μου πριν τα Χριστούγεννα και μάλιστα περπατώντας με υποστήριξη βέβαια.
Όσο ήμουν στο ΚΑΤ και μετά τη σπονδυλοθεσία με κάλεσε η γιαγιά μου, μητέρα του πατέρα μου, και μου είπε τα εξής με αξιοσημείωτη χαρά και ελπίδα: «Είδα τον Άγιο Εφραίμ στον ύπνο μου και μου είπε ότι θα σε κάνει καλά».
Δεν έδωσα καμία σημασία, αφού δεν πίστευα τέτοια πράγματα και με τους χριστιανικούς ναού και ιερατεία δεν είχα καμία σχέση. Ίσα ίσα ήμουν και κατακριτικός, γιατί έβλεπα την υποκρισία και τον περιττό πλούτο.
Αυτό που με απασχόλησε αργότερα, όταν πλέον πίστεψα ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός, ήταν το ότι ένας άγιος είπε στη γιαγιά μου να μην προσεύχεται άλλο. Πήρα την απάντηση μου από ένα πατερικό κείμενο όπου έλεγε να προσευχόμαστε μία και δύο φορές για ένα αίτημα είναι φυσιολογικό. Από εκεί και πέρα η επιμονή δηλώνει ολιγοπιστία. Ο Θεός έχει ακούσει και οι απαντήσεις είναι ναι, όχι γιατί δεν είναι ωφέλιμο, περίμενε όταν θα είναι ωφέλιμο.
Πέρασαν 2 χρόνια και εγώ πίστευα ότι είχα θεραπευτεί με κάποιο μεταφυσικό τρόπο με τη δύναμη της θελήσεώς μου.
Άνοιξη του 1996 ακούω την μητέρα μου να μου λέει ότι θα πάνε με μια φίλη της να «προσκυνήσουν» τον Άγιο Εφραίμ στη Νέα Μάκρη.
Όλως παραδόξως μα ποτέ τυχαίως, αφού τύχη δεν υπάρχει μα παντού θεία Οικονομία και Πρόνοια, εκείνη τη μέρα δεν με «βομβάρδιζαν» φίλοι. Αποφασίζω λοιπόν και πηγαίνω μαζί τους για να πιω μετά καφέ στην παραλία.
Μπαίνω στο μοναστήρι, κάθομαι κάτω από ένα δένδρο, βγάζω με ασέβεια τα τσιγαριλίκια μου (τότε έπινα χασίς) και ρεμβάζω. Βγαίνει η μητέρα από το ιερό και μου λέει να πάω μέσα ο Άγιος είναι ολόσωμος. «Και τη σχέση έχω εγώ; Παράτα μας!» της λέω και συνεχίζω να σκέφτομαι.
Και τότε απευθύνομαι στον Άγιο: «Κοίτα να δεις, μεγάλε, δεν ξέρω αν υπάρχεις και σίγουρα δεν έχει νόημα να έλθω να σε τιμήσω, γιατί εγώ είμαι ένας ροκάς χασικλής και εσύ ένας άγιος μάρτυρας του Χριστού. Εάν όμως υπάρχεις και υπάρχει ο Χριστός, η Παναγία, ο Παράδεισος τότε ξέρεις ότι ψάχνομαι και θέλω ειλικρινά να μάθω. Φανερώσου μου και θα καθαριστώ κατά τα χριστιανικά πρότυπα και θα έλθω μετά να σε προσκυνήσω.» και φεύγω με τη συνείδησή μου ήσυχη.
Ωστόσο η αλήθεια ήταν ότι αγωνιούσα να μάθω, είχα πόνο στη ψυχή μου που δεν ήμουν σε οικεία σχέση ή και ένωση ακόμα με τον Δημιουργό μου, την Πηγή των όλων.
Λίγο πριν και ακούγοντας Pearl Jam το τραγούδι Immortality και ενώ εξελίσσονταν οι στίχοι: Cannot stop the thought of running in the dark following up a which way sign. All good truants must decide. Stripped and sold, mom… Truants move on cannot stay long, some die just to live τότε μου έρχεται ένα απρόσμενο πρωτόγνωρο αίσθημα απόγνωσης και πέφτω στα γόνατα κλαίγοντας με λυγμούς και φωνάζω στον Θεό εσωτερικά «ΑΠΟΚΑΛΥΨΟΥ ΜΟΥ! Δεν αντέχω άλλο.» Καταγράφω αυτό το ξέσπασμα ενδεικτικό του με πόση ειλικρίνεια και πόνο ψυχής έψαχνα να βρω τον Θεό.
Μία εβδομάδα σχεδόν μετά με καλεί η γιαγιά να πάω στο σπίτι της να μου πει κάτι σοβαρό. Πηγαίνω και μου λέει «Είδα τον Άγιο Εφραίμ στον ύπνο, ψηλό και με τη φωτιά να την κρατάει στο ύψος του στέρνου.» «Και εμένα γιατί με κάλεσες για να μου πεις για τα όνειρά σου;» αντέδρασα. Συνεχίζει και μου λέει «Μου είπε ο Άγιος Εφραίμ: Εγώ ό,τι σου είπα το έκανα και ο Μιχαλάκης είναι καλά. Εκείνος να μην ξεχάσει την υπόσχεσή του.»
Ενώ θα έπρεπε να συνταραχτώ, αδιαφόρησα και δη ήμουν νευριασμένος.
Και λέει η γιαγιά «Μήπως κάτι έταξες;»
Τότε πραγματικά τα παίρνω κράνος γιατί ακόμα και σήμερα δεν χωνεύω την ιδέα ότι κάποιοι τάζουν ειδικά υλικά πράγματα σε αγίους ή τον Θεό.
Ρίχνω μια βρισιά, στρέφομαι και κατευθύνομαι οργισμένος προς την πόρτα της εξόδου.
Εκείνη συνεχίζει «Μήπως κάτι ορκίστηκες;»
Απαντώ με αγανάκτηση «Ούτε σε ζωντανούς ούτε σε πεθαμένους».
Και όπως έχω φτάσει στο κατώφλι και το ένα πόδι είναι ήδη έξω με ορμή φωνάζει το τελευταίο που είπε εκείνο το βράδυ «Σκέψου! Μήπως κάτι είπες από μέσα σου;».
Η προφανής ακολουθία θα ήταν να αδιαφορήσω και οργισμένος σαφέστατα να απορρίψω ό,τι μου έλεγε, αλλά εκείνη τη στιγμή συμβαίνει κάτι μεταφυσικό… Όπως έχω την ορμή μου και είμαι έτοιμος να φύγω, τρώω μια αόρατη μπουνιά στο κέντρο του μετώπου μου, στο δόξα πατρί που λένε και μένω ακίνητος, ανάπηρος, παγώνει όλο το σώμα μου και ξαφνικά ενώ όλα μέσα μου είναι κενά βλέπω το πρώτο και μοναδικό όραμα που έχω δει στη ζωή μου… Βλέπω από ψηλά τον εαυτό μου να κάθεται στη μέση του μοναστηριού του Αγίου Εφραίμ κάτω από το κεντρικό δένδρο και ξάφνου ακούω τις σκέψεις μου και το εντελώς απίθανο και απίστευτο οι σκέψεις συνοδεύονται με υπότιτλους γραπτούς από κάτω από την εικόνα του οράματος και συνοψίζονται στο κυρίως θέμα: «Φανερώσου αν υπάρχεις και θα έλθω, αφού καθαριστώ κατά τα χριστιανικά πρότυπα, να σε προσκυνήσω.»
Και με το που κλείνει το όραμα μόνο μια λέξη υπάρχει στο μυαλό μου «ΥΠΑΡΧΕΙ…» και πριν προλάβει η σκέψη να φύγει νοιώθω μία ανατριχίλα (όπως πάρα πολλοί έχουν νοιώσει σε θείες εμπνεύσεις επίσκεψης του Θεού ή ακούγοντας μουσική, διαβάζοντας κάτι εμπνευσμένο, συγκινημένοι από μια ταινία κτλ.) αλλά τόσο έντονη και διαπεραστική στο 1,000,000 φορές πολλαπλάσια ενός απλού ρίγους και δονούμαι με τρανταγμό ενώ σπαρταρά το κορμί σαν ψάρι σε αγκίστρι. Είχε ανοίξει η πόρτα σε έναν καινούριο άγνωστο κόσμο…
Από εκείνη την ημέρα πιστεύω ή καλύτερα να πω γνωρίζω και έχω δει πολλά θαύματα, τίποτα όμως πριν. Ο Θεός είναι πολύ διακριτικός και ευγενής. Δεν θέλει απότομες μεταβάσεις παρά μόνο όταν είναι απαραίτητο, όπως δεν θέλει να στερήσει και την ελευθερία επιλογής με κάτι θαυμάσιο που μπορεί να αποτελέσει αναντίρρητη απόδειξη.
Το παραπάνω κατατέθηκε προς μελλοντική επίγνωση Θεού για όλους και με την ευχή ότι όλοι θα αναζητήσουν να βρουν το αληθινό νόημα και σκοπό αυτής της ζωής που είναι η ένωση με τον Θεό.
(Εικόνα από τα 21 μου μόλις είχα πιστέψει.)